Ο θυριδοποιός-Φαίδων Κυριακού- Εκδόσεις Κέδρος (review)

Aν ήταν άλλος στη θέση μου, θα είχε αυτοκτονήσει. Kι εγώ   βέβαια στη θέση του το ίδιο θα έκανα· αν ήμουν ένας άλλος άνθρωπος, δηλαδή, που πάσχιζε να καταλάβει την αφεντιά μου. Γιατί, τελικά, το να προσπαθείς να μπεις στη θέση ενός τρίτου είναι δώρο άδωρο, είναι σαν να ξαπλώνεις φαρδύς πλατύς στον
τάφο του όσο είσαι ακόμα ζωντανός… Για να καταλάβεις στ’ αλήθεια κάποιον, πρέπει να είσαι ο άλλος, όλα τ’ άλλα είναι κουραφέξαλα. Εγώ λοιπόν δεν αυτοκτόνησα· προς το παρόν, πες το παραξενιά.
Έχουν περάσει πολλοί μήνες απ’ την εισβολή. Θα έπρεπε, το λοιπόν, να είμαι μακαρίτης με τέσσερα πέντε μνημόσυνα στην πλάτη, και πλέον να έχω μείνει σκέτα κόκαλα και μαυρισμένη σάρκα – όχι πως τώρα είμαι γόης, πάντως απ’ το πτώμα μου είμαι καλύτερος.

Η γνωριμία μου με το συγγραφέα ξεκίνησε με το του βιβλίο από τις Εκδόσεις Κέδρος , Η γκιλοτίνα του Ναυπλίου. Ένα βιβλίο με το οποίο ξεκίνησα για κάποιο λόγο πολύ επιφυλακτικά και τελείωσα συμπεριλαμβάνοντας το στη λίστα με τα βιβλία που αγαπώ.

Όταν λοιπόν ήρθε στα χέρια μου το βιβλίο Ο θυριδοποιός, πάλι από τις εκδόσεις Κέδρος ήμουν σχεδόν σίγουρη ότι θα μου αρέσει μεν αλλά δεν θα με εξιτάρει δε, στο βαθμό που το έκανε το πρώτο βιβλίο. Φανταζόμουν ότι δεν μπορεί ένας συγγραφέας να κάνει διπλή συνεχόμενη λογοτεχνική επιτυχία. Διαψεύστηκα ολοκληρωτικά.

Πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται στη κατοχική Αθήνα του 41. Ο Μάνος, φερετροποιός στο επάγγελμα, ξυπνάει στο νοσοκομείο ύστερα από την απόπειρα αυτοκτονίας του. Και ενώ κάτω απ’ το παράθυρο του θαλάμου του ο γερμανικός στρατός διασχίζει τους δρόμους της πρωτεύουσας νικητής, κάνοντας του υπόλοιπους αρρώστους στο θάλαμο να εξαγριώνονται με τη κατάσταση ως γνήσιοι πατριώτες , ο Μάνος νιώθει να ελευθερώνεται ψυχικά. Η κατάσταση αυτή – η εθνική ήττα τον βοηθάει να βγει από το προσωπικό του σκοτάδι. Δεν είναι ο μόνος που νιώθει θλίψη , στεναχώρια, οργή, για διαφορετικούς βέβαια λόγους αυτός. Το αποτέλεσμα όμως είναι το ίδιο . Όλοι ζούνε μια μαύρη πραγματικότητα όπως υπήρξε η ζωή του μέχρι τη στιγμή που θα βγει από το νοσοκομείο. Μέχρι εκείνη τη στιγμή , έχει χάσει τη γυναίκα του και παιδική του φίλη Ελπίδα από φυματίωση. Έχει χάσει τον αδερφικό του φίλο Γιώργη στο πόλεμο.

Στους μήνες που ακολουθούν, ο κλοιός της Κατοχής σφίγγει απάνθρωπα, η πόλη λιμοκτονεί και στους παγωμένους δρόμους μένουν άταφοι οι νεκροί της. Μικροί , μεγάλοι, νέοι, γέροι. Για όλους η πραγματικότητα είναι κάτι περισσότερο από ζοφερή. Και αυτός , η γειτόνισσα του κυρία Κατερίνα, η Κλειώ -χήρα του φίλου του Γιώργη προσπαθούν να επιβιώσουν με νύχια και δόντια. Με τη βοήθεια ενός γνωστού του νεκροθάφτη, του Ζήση, αυτός και η Κλειώ θα συνεργαστούν οι τρεις τους, καταστρώνοντας ένα ριψοκίνδυνο σχέδιο, για να μπορέσουν να κερδίσουν πίσω ο καθένας το δικό »χαμένο κομμάτι και εαυτό».

Μέσα από μια πρωτοπρόσωπη αφήγηση και ένα εξαιρετικά γλαφυρό λόγο ο συγγραφέας μας τοποθετεί στη χωροχρόνο της κατοχικής Αθήνας του 41. Ζούμε μαζί τους τη ναζιστική κατοχή , τη πείνα, την εξαθλίωση , το θάνατο, την απόλυτη απελπισία στην οποία ο άνθρωπος μπορεί να φέρει ένα άλλο άνθρωπο.

Ο συγγραφέας δεν ωραιοποιεί καμία κατάσταση αλλά τη παρουσιάζει στις πραγματικές της διαστάσεις όπως ακριβώς υπήρξε χωρίς υπερφίαλες περιγραφές προκειμένου να μας προκαλέσει τον οίκτο. Εξάλλου δεν είναι απαραίτητο. Η κατάσταση από μόνη της το κάνει.

Είναι δύσκολο να περιγράψω τι ένιωσα βλέποντας τη ναζιστική
σημαία στην Ακρόπολη. Για την ακρίβεια, απ’ την απόσταση που βρισκόμουν, ένα κόκκινο πανί είδα όλο κι όλο, αλλά δεν χωρούσε αμφιβολία περί των λοιπών σχεδίων που ανέμιζαν. Κατ’ αρχάς ένιωσα θυμό και θλίψη και, ίσως, κάποια ντροπή που δεν καταφέραμε να το αποτρέψουμε. Το μίασμα των ναζιστών επάνω σε ό,τι λογίζαμε ιερότερο. Αυτά τα συναισθήματα όμως δεν κράτησαν πολύ. Σύντομα, κι ενώ στον θάλαμο ξεκίνησε να σηκώνεται πάλι φασαρία – τόση που μια αδελφή ήρθε να μας θυμίσει ότι βρισκόμασταν ακόμα σε νοσοκομείο –, εγώ
ένιωσα την οργή μου να καταλαγιάζει. Τι πήρε όμως τη θέση της; Δεν ήξερα στην αρχή.

Οι χαρακτήρες ποικίλοι , ανθρώπινοι και πραγματικοί. Μικροί ήρωες ενός μεγάλου συνόλου. Πρωταγωνιστές και δεύτεροι χαρακτήρες , άνθρωποι καθημερινοί με μικρές ή μεγαλύτερες προσωπικές ιστορίες, πικρές ή πιο ανάλαφρες κάποιες στιγμές ,κουβαλάνε όλοι το δικό τους προσωπικό φορτίο, το οποίο ο συγγραφέας μέσα από την ιστορία που ξετυλίγεται σταδιακά και με όμορφη ροή, τους ψυχογραφεί και μέσα από τα μάτια τα δικά του, τους καταλαβαίνουμε , τους συμπονούμε, τους παρεξηγούμε ενίοτε, αλλά σίγουρα γινόμαστε ένα με αυτούς. Όλοι έρχονται αντιμέτωποι με τα μυστικά, τις ενοχές, τις επιθυμίες τους και ότι καταπίεσαν και καταπιέζουν στη ζωή τους και προσπαθούν να βρουν τον εαυτό τους. Θα προσπαθήσουν να μείνουν όρθιοι όταν όλα γύρω τους καταρρέουν. Και μήπως αυτό δεν κάνει τις περισσότερες φορές ο άνθρωπος;

Εκείνο που επίσης αξίζει να αναφερθεί είναι το χιούμορ που μέσα από τη πένα του συγγραφέα, υπάρχει στο μυθιστόρημα και για μένα είναι ένα επίτευγμα του αξιοθαύμαστο διότι συμπλέκεται σε ένα κείμενο -μυθιστόρημα που δεν είναι κωμικό. Μικραίνει τις αποστάσεις ανάμεσα στα πρόσωπα, φτιάχνει κώδικες και στήνει γέφυρες επικοινωνίας και μια συναισθηματική οικειότητα του αναγνώστη με τους ήρωες.

Ένα συγκινητικό, ανθρώπινο , συγκλονιστικό μυθιστόρημα για την ανθρώπινη δύναμη που μέσα στη μαυρίλα που επικρατεί μας δείχνει το δρόμο της αισιοδοξίας. Γιατί η ζωή βρίσκει πάντα τρόπο να προχωρήσει.


Το βιβλίο του Φαίδων Κυριακού «Ο θυριδοποιός» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος.

Σχολιάστε